Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Πέμπτη 31 Μαρτίου 2016



ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΦΑΛΗΡΕΑΣ
Ο ΙΔΡΥΤΗΣ ΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ ΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ


Ο Δημήτριος ο Φαληρέας είχε μόλις περάσει τα σαράντα όταν το πλοίο που τον έφερνε από την Ελλάδα αγκυροβόλησε στο μεγάλο Ανατολικό Λιμένα της Αλεξάνδρειας, την άνοιξη του 304 π. Χ.
Ήταν ένας εμφανίσιμος άντρας, με κλασσικά χαρακτηριστικά, κατσαρά και μούσι και αλαζονικό γαλάζιο βλέμμα, που έμοιαζε να ζυγίζει τον κόσμο γύρω του. Κοίταξε το νησί του Φάρου που προστάτευε το λιμάνι προς βορρά, τον μακρύ βραχίονα που συνέδεε το νησί με την στεριά, την επιβλητική Πύλη της Σελήνης, τα αστραφτερά μάρμαρα των βασιλικών ανακτόρων, στον Ελληνικό τομέα της πόλης, ακριβώς απέναντι από το σημείο όπου είκοσι πέντε χρόνια αργότερα θα χτιζόταν ο περίφημος Φάρος της Αλεξάνδρειας.
Την προσοχή του τράβηξε για μια στιγμή ένα σώμα στρατιωτών που βάδιζαν στοιχισμένοι προς το πλοίο του. Ήταν η βασιλική φρουρά που είχε σταλεί για να τον συνοδέψει στα ανάκτορα και, μολονότι δεν ήταν παρά λίγοι άνθρωποι, η εμφάνισή τους ήρθε σαν βάλσαμο στην πληγωμένη του περηφάνια του.
Μέχρι πριν από λίγους μήνες ο Δημήτριος ήταν ένας από τους πιο ισχυρούς και πιο επιτυχημένους άντρες του Ελληνικού κόσμου. Ήταν λίγοι εκείνοι που θα μπορούσαν να τον συναγωνιστούν σαν ρήτορα, ποιητή και φιλόσοφο ή να παραβληθούν μαζί του σε ισχύ. Από τα είκοσι οκτώ του χρόνια κυβερνούσε με τρόπο απολυταρχικό την Αθήνα για λογαριασμό του Κάσσανδρου, ενός άλλου στρατηγού του Αλέξανδρου, που είχε γίνει ηγεμόνας της Μακεδονίας.
Γόνος γνωστής και πλούσιας οικογένειας, είχε λάβει εξαιρετική μόρφωση – με αποκορύφωμα το Λύκειο του Αριστοτέλη, όπου είχε την ευκαιρία να συγχρωτιστεί με τις μεγαλύτερες ιδιοφυΐες της εποχής. Συνδυάζοντας πνευματικότητα και πολιτικό αισθητήριο, θα μπορούσε κάλλιστα να είναι το πρότυπο του φιλόσοφου – βασιλιά που οραματιζόταν ο Πλάτωνας, εάν ο Πολιορκητής δεν είχε προβεί σ’ ένα πραξικόπημα που τον ανάγκασε να καταφύγει στη Θήβα, την πάλαι ποτέ πανίσχυρη πρωτεύουσα της Βοιωτίας, την οποία ο Αλέξανδρος είχε μετατρέψει σε ερείπια λίγα χρόνια νωρίτερα.
Κι εκεί που αναρωτιόταν τι να κάνει, εντελώς απροσδόκητα, είχε φτάσει μια πρόσκληση από τον Πτολεμαίο Α! το Σωτήρα, να επισκεφτεί την Αλεξάνδρεια. Διαισθανόμενος ότι βρισκόταν μπροστά σε κάτι καλό, ο Δημήτριος επιβιβάστηκε στο πρώτο καράβι που σάλπαρε για την Αίγυπτο. Τώρα, καθώς περπατούσε κατά μήκος της προκυμαίας με τους φρουρούς να του ανοίγουν το δρόμο, απομακρύνοντας Έλληνες, Ρωμαίους, Νούβιους εμπόρους και ναυτικούς απ’ όλο τον κόσμο, ένοιωθε πως η διαίσθησή του δεν τον είχε ξεγελάσει. Η πόλη, αν και ηλικίας μόλις είκοσι πέντε ετών, είχε την όψη και την αίγλη παγκόσμιας μητρόπολης. Εδώ, αποφάσισε, το ταλέντο του ως πολιτικού αλλά και ως ανθρώπου των γραμμάτων και των τεχνών θα μπορούσε να αξιοποιηθεί κατά τον καλύτερο τρόπο, εξασφαλίζοντάς του τη θέση που του άξιζε. Και πόσο δίκιο είχε!
Ο οικοδεσπότης του, όπως κι ο ίδιος, ήταν ένας ηγεμόνας αλλά και ένας διανοούμενος που έτρεφε βαθύτατο σεβασμό για οποιονδήποτε είχε σχέση με τον Αριστοτέλη και το Λύκειο – πέρα από το γεγονός ότι συγγένευε εξ αγχιστείας και με τον Κάσσανδρο, πρώην προστάτη του Δημητρίου. Έτσι, δεν χρειάστηκε πολύς καιρός για να βρει ο εξόριστος τύραννος των Αθηνών την αναγνώριση και μια θέση στο ανάκτορο του Πτολεμαίου.
Παραμένει αδιευκρίνιστο αν του δόθηκε και κάποιο κυβερνητικό αξίωμα. Εκείνο πάντως που είναι βέβαιο είναι ότι μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα έγινε ένας ισχυρός άντρας, παρέχοντας τις συμβουλές του τόσο σε θέματα νομικά και εξωτερικής πολιτικής όσο και σε θέματα σχετικά με το νέο σύνταγμα της Πτολεμαϊκής Αιγύπτου.
Ο Δημήτριος ήταν καιροσκόπος κι ένας πολιτικός που μηχανορραφούσε, πάνω απ’ όλα όμως ήταν ένας άνθρωπος των γραμμάτων που θεωρούσε την πνευματική καλλιέργεια πιο σημαντική κι από την ανελέητη διπλωματία εκείνης της εποχής. Και ίσως, νοσταλγώντας το Λύκειο ή την δεκαετία που είχε ζήσει περιτριγυρισμένος από διαπρεπείς φιλοσόφους, ποιητές και ρήτορες της ηλικίας του, πρότεινε στο βασιλιά τη δημιουργία ενός πολιτιστικού και ερευνητικού κέντρου που θα ανταγωνιζόταν εκείνα των Αθηνών, της Περγάμου, και της Κυρήνης και θα αναδείκνυε την πόλη σε επίκεντρο της μάθησης.
Το αποτέλεσμα ήταν η δημιουργία αυτού που έμελλε να γίνει το μεγαλύτερο ερευνητικό κέντρο και η πρώτη μεγάλη παγκόσμια βιβλιοθήκη. Στα Μουσείο και την Βιβλιοθήκη που ήταν στεγασμένα στον περίβολο των ανακτόρων, είχαν αρχικά πρόσβαση μόνο οι επισκέπτες του βασιλιά. Πολύ σύντομα όμως – καθώς ο αριθμός των κωδίκων και των παπύρων μεγάλωνε και οι ντόπιοι και ξένοι διανοούμενοι καλούνταν να μελετήσουν εκεί – εξελίχθηκαν σε δημόσιους χώρους, ανοιχτούς σε κάθε είδους σπουδαστές, επιστήμονες και ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών.
Οι φήμες, που με τα χρόνια έγιναν θρύλος, έλεγαν πως σε πρώτη φάση ο Δημήτριος σύστησε στον Πτολεμαίο Α! τη δημιουργία μιας συλλογής από βιβλία για προσωπική του χρήση με θέμα τη βασιλεία και τον τρόπο άσκησης εξουσίας. Και πως μόνο όταν ο τελευταίος έδωσε τη σχετική έγκριση ο δαιμόνιος Έλληνας προχώρησε στο επόμενο βήμα και προσπάθησε να πείσει το βασιλιά για την ανάγκη μιας βιβλιοθήκης αντάξιας ενός Φαραώ, μιας βιβλιοθήκης που θα στέγαζε όλα τα σημαντικά έργα που είχαν ποτέ γραφτεί. Σχέδιο δαπανηρό και φιλόδοξο, δεδομένου ότι συνεπαγόταν την αγορά ή την αντιγραφή πεντακοσίων περίπου χιλιάδων παπύρων.
Ωστόσο ο Πτολεμαίος Α! είχε τα απαραίτητα μέσα και μοχλούς πίεσης για να το πραγματοποιήσει κι έτσι στάλθηκαν αμέσως ειδικοί απεσταλμένοι σε όλα τα κέντρα ακαδημαϊκών σπουδών της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής, με εντολή να αγοράσουν, να δανειστούν ή να κλέψουν τα έργα όλων των μεγάλων ποιητών, δραματουργών, φιλοσόφων, επιστημόνων και μαθηματικών. Σε ορισμένες περιπτώσεις ο Δημήτριος, που είχε εξουσιοδότηση εν λευκώ, δοκίμαζε να αγοράσει ολόκληρες βιβλιοθήκες και, όταν έβλεπε ότι ούτε η δωροδοκία ούτε ο πολιτικός εκβιασμός  έφερναν αποτέλεσμα, δεν δίσταζε να καταφύγει – με τις ευλογίες του κυρίου του – στην απάτη. Όποιο καράβι αγκυροβολούσε στην Αλεξάνδρεια ή σε οποιοδήποτε άλλο Αιγυπτιακό λιμάνι υποβαλλόταν σε εξονυχιστική έρευνα, με σκοπό τον εντοπισμό τυχόν χειρογράφων, τα οποία, εφόσον υπήρχαν, κατάσχονταν από τις Αιγυπτιακές Αρχές και δεν επιστρέφονταν παρά μετά τη λεπτομερή αντιγραφή τους. Αυτά έγιναν γνωστά ως «βιβλία των πλοίων» και ήταν τυχεροί όσοι ιδιοκτήτες κατάφερναν να πάρουν πίσω τα πρωτότυπα…
Η ηθική παραμεριζόταν κι όταν ακόμα επρόκειτο για πρωτότυπα χειρόγραφα του Αισχύλου, του Ευριπίδη και του Σοφοκλή, τα οποία φυλάσσονταν συνήθως στα αρχεία της Αθηναϊκής πολιτείας και δεν δανείζονταν ποτέ. Ο Πτολεμαίος Γ! ο «Ευεργέτης», ακολουθώντας το παράδειγμα του πατέρα και του παππού του, έπεισε την κυβέρνηση των Αθηνών να του εμπιστευτεί τα πολύτιμα χειρόγραφα, καταβάλλοντας ως εγγύηση ένα αστρονομικό ποσό το οποίο και έχασε, όταν αντί για τα πρωτότυπα επέστρεψε τα αντίγραφα.
Είναι γενικά παραδεκτό ότι το πνευματικό δημιούργημα του Δημητρίου πήρε μορφή το 295 π. Χ. Όταν εκείνος πέθανε, δεκαπέντε χρόνια αργότερα, είχε ήδη εξελιχθεί σε τόπο συνάντησης όλων των μεγάλων πνευμάτων της Αρχαίας Ελλάδας. Δυστυχώ το 286 π. Χ. , εποχή που βρισκόταν στο μεσουράνημά του, ο Δημήτριος, υποκύπτοντας στη ματαιοδοξία και την τάση του για δολοπλοκίες, διέπραξε το ασυγχώρητο λάθος να εμπλακεί σε θέματα διαδοχής του θρόνου.
Ο φίλος του και προϊστάμενος του Πτολεμαίος Α! ο «Σωτήρας» είχε παντρευτεί δυο φορές – αρχικά με την Ευρυδίκη, κόρη του Αντίπατρου και αδελφή του Κάσσανδρου και στη συνέχεια με μια εντυπωσιακά χήρα από την Κυρήνη ονόματι Βερενίκη. Οι δύο κυρίες φαίνεται πως τα πήγαιναν καλά και μάλλον απολάμβαναν το ερωτικό τρίγωνο με το σύζυγό τους, μέχρι τη στιγμή που εκείνος άρχισε να δείχνει ιδιαίτερη προτίμηση για το γιό της Βερενίκης και να αγνοεί τον γιό της Ευρυδίκης – παρά το γεγονός ότι ήταν μεγαλύτερος και κανονικά θα έπρεπε να τον διαδεχτεί στον θρόνο. Ο Δημήτριος, υποθέτοντας ότι ο βασιλιάς θα άκουγε τελικά τη φωνή της λογικής και θα παρέκαμπτε το νόμιμο διάδοχό του, επιχείρησε να πείσει τον Πτολεμαίο Α! να μην ανακηρύξει συν-Φαραώ τον αγαπημένο του γιό, όπως σχεδίαζε να κάνει.
Προφανώς όμως ούτε οι προσπάθειες του Δημητρίου ούτε οι ικεσίες της Ευρυδίκης καρποφόρησαν και ο εν λόγω νέος ανέβηκε στο βασιλικό θρόνο το 285 π. Χ.
Η υποστήριξη λάθους προσώπου στη κούρσα της διαδοχής σήμανε και την καταδίκη του Δημητρίου. Ο Πτολεμαίος ο Β! ο «Φιλάδελφος», όπως θα γινόταν γνωστός ο νέος Φαραώ, πληροφορήθηκε τη στάση που είχε κρατήσει ο σύμβουλος του πατέρα του και δεν τον συγχώρεσε ποτέ. Και όταν το 282 π. Χ. πέθανε ο Πτολεμαίος Α!, αφήνοντάς τον μόνο κύριο της Αιγύπτου, πήρε την εκδίκησή του. Ο Δημήτριος βρέθηκε ξανά εξόριστος, αλλά αυτή τη φορά για τα καλά, σε μια απομονωμένη κωμόπολη του Δέλτα.
Εκεί, λέει η παράδοση, ο άνθρωπος στον οποίο ο κόσμος χρωστά την πρώτη παγκόσμια βιβλιοθήκη πέθανε από δάγκωμα φιδιού, την ώρα που έπαιρνε τον απογευματινό του ύπνο. Το πιθανότερο όμως είναι να τον δηλητηρίασαν κατόπιν εντολής του Φαραώ.
Από το βιβλίο του DEREK ADIE FLOWER 
«Στις όχθες της σοφίας»
Εκδόσεις Α. Α. ΛΙΒΑΝΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου